27/12/11

Τα πρώτα κάλαντα

Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου / Για βγάτε, διέτε, µάθετε πως ο Χριστός γεννιέται / Γεννιέται κι ανατρέφεται στο µέλι και στο γάλα / Το µέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες / Και το µελισσοβότανο το λούζονται οι κυράδες / Κυρά καµαροτράχηλη, κυρά γαϊτανοφρύδα / Κυρά µου όταν στολίζεσαι και πας στην εκκλησιά σου / Κάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη / Και τον καθάριο Αυγερινό τον κάνεις δαχτυλίδι. * Θα έρθουν τα παιδιά να µου πουν τα κάλαντα εφέτος; Κανονικά, πρέπει να έρθουν περισσότερα από πέρυσι, µια που η κρίση έχει επηρεάσει χαρτζιλίκια και µποναµάδες και τα παιδιά πρέπει να τα αναζητήσουν έξω από την οικογενειακή εστία. Τα έχω γλυκάνει άλλωστε τις προηγούµενες χρονιές µε εικοσάρικα και δεκάρικα, δεν µπορεί να µε ξεχάσουν – εφέτος όµως δεν υπάρχει περιθώριο για γενναιοδωρίες: ένα ευρώ ανά κεφάλι παιδιού για κάθε κοµπανία που θα έρχεται. Αντε δύο, αν δεν βιάζονται και τα πουν από την αρχή ως το τέλος, χωρίς συντοµεύσεις και περικοπές. Και από πέντε αν µου πουν τα αγαπηµένα µου «Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα» αντί για το κλασικό «Καλήν ηµέραν άρχοντες».

* Θυµάµαι τα πρώτα κάλαντα που είπα, ηµερολόγιό µου· χαράµατα είχαµε ξεκινήσει να µην ακούµε «µας τα είπαν άλλοι» από τις νοικοκυρές. Μετά πήγαµε περήφανοι να δείξουµε στα άλλα παιδιά τα κέρδη µας – ακόµη και χαρτονοµίσµατα είχαµε, 2-3 δεκάρικα κοκκινωπά, θυµάµαι. Εκείνα τα παλιά χρόνια η δραχµή είχε µεγαλύτερη αγοραστική δύναµη από το σηµερινό ευρώ – κάτι που θα επαναληφθεί 5-6 χρόνια µετά την αποχώρησή µας από την ευρωζώνη, όταν θα κόψουν τρία µηδενικά από το νόµισµα, όπως και τότε.

«Παίζουµε στριµωξίδι;» είπε ο Σάκης Νέρουλας που ήταν 4-5 χρόνια µεγαλύτερος αλλά δεν είχε κερδίσει από τα κάλαντα όσα εµείς. Μπορεί να το λέγαν και αλλιώς το παιχνίδι, δεν θυµάµαι, αλλά αυτό που γινόταν ήταν να καθόµαστε µε την πλάτη στην πόρτα αποθήκης, ο ένας πλάι στον άλλον, και να σπρώχνουµε µε τον ώµο τον πλαϊνό, µε στόχο ο πρώτος, αυτός που ήταν στην άκρη της σειράς ακουµπώντας στην κολόνα της πόρτας, να πεταχτεί έξω από την πίεση που του ασκούσαµε και να πάει ντροπιασµένος στην τελευταία θέση, να σπρώχνει από εκεί µε όλους τους άλλους ώσπου να καταφέρει να φθάσει σιγά-σιγά στην πρώτη και να αντισταθεί καλύτερα από την προηγούµενη φορά.

Η πρώτη χασούρα
Ο Νέρουλας στάθηκε δίπλα µου, «εγώ δεν θα σε σπρώχνω όταν φθάσεις µπροστά· θα κρατάω αντίσταση στους άλλους και δεν θα µπορούν να σε πετάξουν» µου ψιθύρισε. «Θα µου δώσεις ένα πενηνταράκι στο τέλος – και βάλε τα δεκάρικα στο τσεπάκι του σακακιού, να µη σου πέσουν». Ετσι και έγινε, χάρη στη ζαβολιά του Σάκη έµεινα περισσότερο απ’ οποιοδήποτε άλλον στην πρώτη θέση και όλοι µε θαύµαζαν που άντεξα τόσο, και ας ήµουν µόνο στην πρώτη ∆ηµοτικού.

Πήγα να του δώσω το πενηνταράκι, «δεν το θέλω, αστεία το έλεγα» µου είπε και έφυγε γιατί είχε θέληµα να κάνει. ∆εν πέρασε ώρα πολλή, διαπίστωσα ότι τα δεκάρικα είχαν κάνει φτερά από το τσεπάκι. Εψαξα απελπισµένα, πουθενά, «ο Νέρουλας τα πήρε, στο στριµωξίδι» συµφώνησαν όλοι. Πήγαµε, τον βρήκαµε, «ψάξτε µε» ήταν η απάντηση, δεν βρέθηκε τίποτε πάνω του· το λαϊκό δικαστήριο δεν πείστηκε αλλά δεν έκανε και τίποτε. Ηταν µεγαλύτερος, µεγαλόσωµος και χειροδύναµος ο Νέρουλας. Αποφάσισα να παίξω στριφτό, να κερδίσω τα χαµένα – παιχνίδι των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, να δοκιµάσεις την τύχη σου και την τέχνη σου: ρίχνει δύο κέρµατα στον αέρα η «µάνα», αν έρθουν «κορόνα» και τα δύο µαζεύει όλα τα λεφτά που έχουν παίξει οι παίκτες γύρω-γύρω, αν έρθουν «γράµµατα» τους δίνει ό,τι έχουν στοιχηµατίσει, αν έρθει το ένα κέρµα «κορόνα» και το άλλο «γράµµατα», ξαναρίχνει τα κέρµατα.

Η τέχνη στο παιχνίδι είναι, όπως βάζεις τα δύο κέρµατα στην παλάµη ή στα δάχτυλα, και πρέπει να είναι το ένα «κορόνα» και το άλλο «γράµµατα», να τα ρίξεις έτσι ώστε η «κορόνα» να µην πάρει στροφές και να πέσει όπως την έβαλες, άρα να έχεις σίγουρη τη µία κορόνα – αυτή την τέχνη εγώ δεν την είχα µάθει ακόµη, έχασα και τα υπόλοιπα κέρµατα, δεν µου έµεινε δεκάρα από τα πρώτα χρήµατα που κέρδισα στη ζωή µου. Από τότε προσπαθώ σε όλη µου τη ζωή να τα ξανακερδίσω, ηµερολόγιό µου. Ματαίως...

* Με το στριφτό είχα µεγαλύτερη περιπέτεια ένα-δύο χρόνια µετά, Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά πάλι, όταν άδειασα (µε µαχαίρι, από τη στενή σχισµή) τον κουµπαρά της οικονόµας µεγάλης αδελφής µου και πήγα να αγοράσω µε τους µποναµάδες της καραµέλες βουτύρου και µπισκότα «Παπαδοπούλου» µε σοκολάτα – τα µελοµακάρονα τα είχαµε τζάµπα στο σπίτι. ∆οκίµασα ξανά την τύχη µου στο στριφτό, τα έχασα όλα, και ήσαν πολλά, κάποιος κατάλαβε ότι δεν ήταν δικά µου, µε κάρφωσε στην αδελφή µου. Και καταντροπιάστηκα το βράδυ µπροστά σε όλη την οικογένεια όταν ο πατέρας έσπασε τον κουµπαρά και επιβεβαιώθηκε η κλοπή µου. Από τότε προσπαθώ να γίνω πλούσιος χωρίς να κλέψω. Ματαίως...

Διόδωρος Κυψελιώτης  (ΤΟ ΒΗΜΑ , 24/12/2011)

1 σχόλιο:

kousidis είπε...

Ωραίο Διονύση, σε ευχαριστώ που το "ανέβασες" εκ μέρους όλων που δεν διαβάζουν εφημερίδες...